Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Οι ιστορίες του Βατραχίδη (ευθυμογράφημα)


Η ΚΑΤΑΣΧΕΤΗΡΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΒΑΤΡΑΧΙΔΗ

 Ήταν μια βροχερή μέρα που αποφάσισε ο Βατραχίδης να αποχαιρετίσει την απεραντοσύνη της λίμνης του και να επιδιώξει τη μετεγκατάστασή του προς το νότο, για την ακρίβεια να πολιτογραφηθεί ως κάτοικος παλιάς πατρογονικής εστίας, η οποία τον είχαν ειδοποιήσει οι πελαργοί, πως έστεκε ακόμη όρθια και περίμενε χρόνια και καιρούς να την κατοικήσουν οι νόμιμοι κληρονόμοι του ιστορικού γένους των Βατραχιδών.

Της Βασιλικής Αλεξάκη - Χρονάκη

 
Ο... Βατραχίδης
Στην απόφασή του αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο η διατάραξη του ήρεμου, κατά τα άλλα, υδροβιότοπου της λίμνης, από περίεργους επισκέπτες που δημιουργούσαν ατμόσφαιρα απωθητική έως εκφοβιστική, με κρότους, φωνές, εκρήξεις... άσε που κόντεψε να πνιγεί στα καλά καθούμενα, καθώς του κόπηκε για λίγο η αναπνοή.

 Χωρίς αναβολή και χωρίς δεύτερη σκέψη, ο Βατραχίδης κάλεσε το λαγό, τον Καροτίδη, που του είχε υποσχεθεί ότι θα τον βοηθούσε, αν αποφάσιζε να πράξει κάτι τέτοιο, καθότι και αυτός είχε ρίζες από εκείνα τα μέρη και επιθυμούσε χρόνια τώρα να μετακινηθεί προς τα νότια. Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής στα πατρογονικά.

 Οπλισμένοι, πάνω απ’ όλα με εμπιστοσύνη στο ένστικτο της φυλής τους, καβαλικεύοντας μια σανίδα που έπλεε ακολουθώντας υδάτινες διαδρομές, αλλά και πεζοπορώντας, ταξίδευαν ασταμάτητα. Μετά παρέλευση ημερών,  έφτασαν στο μαγεμένο Σέϊχ Σου, το δάσος των προγόνων. Ρωτώντας πρόθυμους σπουργίτες, βρήκαν το σπίτι της οικογενείας Βατραχίδη.    

 Ήταν ένα όμορφο πράσινο σπιτάκι, με στέγη από συμμετρικά μανιταράκια, που φύονταν ποιος ξέρει πόσα χρόνια.  
    
 -Βρε καλώς τον, τον υποδέχθηκε μια ηλικιωμένη...
δεκαοχτούρα, το δίχως άλλο, είσαι ο Βατραχίδης τζούνιορ, φτυστός ο πατέρας σου, τον γνώριζα καθώς και τη μητέρα σου, είμαι η Πρίσκιλλα και αυτός εδώ είναι ο άντρας μου, ο Ακύλας. Πάντα πίστευα ότι κάποτε θα γύριζε κάποιος από την οικογένεια στο πατρικό σας σπίτι. Θυμάμαι όταν αναχωρούσε η οικογένειά σου για τις Πρέσπες, τους έλεγα ότι κάποια μέρα θα ξανάρθουν. Η δύναμη της νοσταλγίας είναι μεγάλη και περνάει και στις επόμενες γενιές. Δεν πιστεύω να μου γίνατε ψευτομακεδόνες και να ομιλείτε την ψευτομακεδονική;

 -Μα τι λέτε, κυρία Πρισκίλλα μου, πετάχτηκε ο λαγός, ο Καροτίδης, δεν τον ακούτε που κοάζει Αριστοφανικά;

-Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ, μη χειρότερα, να ξεχάσουμε τη γλώσσα μας; αναφώνησε ο Βατραχίδης τζούνιορ, που ένιωθε ήδη να έχει προσαρμοστεί στο κλίμα της νέας του γειτονιάς. Καλώς σας βρίσκουμε, καλή μας γειτόνισσα, ήμουν μικρός τότε και δεν σας θυμάμαι καλά. Χαίρομαι που είμαστε πάλι μαζί!

      Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ,
      μες στο σπίτι μας κανένας,
      δεν μπορεί να μας πειράξ!   

Ο Βατραχίδης και ο Καροτίδης εκείνο το βράδυ κοιμήθηκαν γαληνεμένοι, νιώθοντας βαθειά μέσα τους, ότι μια πορεία γενεών, έφθανε σε κάποιο επιθυμητό πέρας και διαφαινόταν  η χάραξη νέων στόχων, σε απάνεμα μέρη, στην αγκαλιά του μαγεμένου δάσους του Σέϊχ Σου!



 Οι μέρες του Βατραχίδη και του Καροτίδη, στο νέο τους περιβάλλον στο μαγικό δάσος του Σεϊχ Σου,  κυλούσαν ήρεμα κι αρμονικά. Ο Βατραχίδης σηκωνόταν με την άνεσή του, καλημέριζε τους νέους γείτονες, έκανε μια βόλτα στα πέριξ της οικίας του κι έτρωγε για πρωινό ζουζουνάκια που κρύβονταν στις φυλλωσιές. Βόλτες, κουβεντούλα, με τους καινούργιους συμπολίτες του, του όμορφου μας δάσους, ενδιάμεσα γεύματα, ώρες χαλάρωσης και ελεύθερου κοάσματος και ύπνο στην ώρα του.

 Κάτι αντίστοιχο ζούσε και ο Καροτίδης που συστεγάζονταν προσωρινά με τον Βατραχίδη, γιατί το πατρογονικό του είχε φθορές που έπρεπε να επιδιορθωθούν. Είχε βέβαια διαφορετικό μενού, έτρωγε μανιταράκια, καροτάκια και τρυφερούς βλαστούς, επιπλέον είχε διαφορετικές ενασχολήσεις μια και είχε ενταχθεί σε μια συνεργατική διαχείριση των κοινών και είχε αναλάβει την καλλιέργεια βιολογικών μαρουλιών και καρότων.

 
Η... κατασχετήρια επιστολή
Όμως μια ωραία πρωία, ανακάλυψαν ότι τα πράγματα δεν ήταν τόσο ιδανικά, καθότι βρήκαν τοιχοκολλημένη στην οικία Βατραχίδη μια κατασχετήρια επιστολή για χρέη προς το δημόσιο του Βατραχίδη του πρεσβύτερου, που είχε παρέλθει στον καιρό του από το μάταιο κόσμο, ο ίδιος βέβαια αγνοούσε παντελώς το όλο θέμα, αλλά τα χρέη βάραιναν τον κληρονόμο με ότι αυτό συνεπάγονταν.

 -Να κάνουμε λαϊκή συνέλευση, πρότεινε η Πρίσκιλλα η δεκαοχτούρα, να δούμε πως θα το αντιμετωπίσουμε το θέμα. Συμφώνησαν να γίνει ανοιχτή λαϊκή συνέλευση με καλεσμένους όλα τα ζωάκια του μαγικού δάσους του Σεϊχ Σου.
Όταν όλα έδειχναν ότι είχαν καταφέρει κάπως να βρεθούνε στο μεγάλο ξέφωτο του δάσους, το λόγο πήρε ο Ακύλας, ο σύζυγος της Πρίσκιλλας λέγοντας:

 -Αγαπημένοι μου συγκάτοικοι του δάσους, οι νέοι μας φίλοι, ο Βατραχίδης και ο Καροτίδης ήρθαν στα μέρη μας και στα πατρογονικά τους και με χαρά τους υποδεχτήκαμε όλοι. Όμως δυστυχώς οι φίλοι μας αγνοούσαν την ύπαρξη του τρομερού δράκου του Σεϊχ Σου, που με τρόπο ύπουλο και  σκληρό, υφαρπάζει τις περιουσίες όλων μας, με στόχο να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος του δάσους και εμείς από νοικοκυραίοι, γίναμε απλό υπηρετικό προσωπικό, έχοντας κατασχέσει τις περιουσίες όλων μας. Μέχρι τώρα έχουν πληγεί κάμποσα σεβαστά μέλη της κοινότητάς μας (ανέφερε ονόματα όπως: την καλιακούδα τη Φρόσω,τον Ευλάμπιο τον Κοτσιφό,τη Μαντώ τη Σκιουρίνα, κ.α.) Όλοι μας προσπαθούμε να φρενάρουμε την απληστία του με ρυθμίσεις, όμως δεν τον προλαβαίνουμε είναι αχόρταγος, συνεχώς ξετρυπώνει νέους φόρους και στοιβάζονται νέα χρέη σε όλους και στα παιδιά των παιδιών μας. Καθημερινά στέλνει τους ντελιβεράδες του τον "Ετσά" (Ενωμένα Τραπεζικά Συμφέροντα) και την αηδία Α.Α.ΔΕ(Ανεξάρτητη αρχή δημοσίων εσόδων) και μας ρημάζουν, αρπάζοντας ότι καλύτερο έχουμε και οδηγώντας το στη φοβερή δρακοσπηλιά. Εδώ που φτάσαμε πια πρέπει να ξεσηκωθούμε, δεν υπάρχει άλλη λύση, λαός ενωμένος ποτέ νικημένος! Κατέληξε υψώνοντας τον τόνο της φωνής του.

 -Βρεκεκέξ κουάξ κουάξ

 Ο τόπος μας δεν είναι τσιφλίκι κανενός, ενωμένος ο λαός!
Ξεσηκώθηκε κι ο Βατραχίδης, που δεν είχε ακουστεί μέχρι τότε.

 -Ακούω προτάσεις, είπε αυστηρά η καλιακούδα.

 -Ο δρόμος μας είναι ο μονόδρομος του αγώνα, να του κάνουμε μπαράζ επιθέσεων, σαμποτάζ, μποϋκοτάζ, όπως μου παράγγειλε ο τρυποκάρυδος από το Ερμιτάζ, είπε η σουσουράδα η Καλλιόπη, που περνούσε για κοσμοπολίτισσα. Με δυο λόγια , συνέχισε απτόητη, να του αποκλείσουμε την τροφοδοσία, χωρίς ενισχυμένους ντελιβεράδες θα τα βρει σκούρα και θα αναγκαστεί να βγει από τη δρακοσπηλιά προς άλλη κατεύθυνση εξεύρεσης πόρων κι εμείς...θα του κουνάμε το μαντίλι!!!

 -Διαφωνεί κανείς;

 Όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και συμφώνησαν πάραυτα γιατί ήταν πασιφανές ότι αυτός ο αγώνας ήταν μονόδρομος.

 Τις επόμενες μέρες άλλος αέρας έπνεε πάνω από το μαγικό δάσος του Σέιχ Σου, ένας αέρας ελευθερίας. Οι ντελιβεράδες του τρομερού δράκου , Α.Α.ΔΕ και "Ετσά" (Ε.Τ.Σ) βρίσκονταν σε απραξία και εν ολίγοις στα όρια του εγκεφαλικού και του καρδιακού συγχρόνως. Ο δράκος μας ακούγονταν να βγάζει μέσα από τη σπηλιά του βρυχηθμούς. Οι παλιότεροι που ξέραν τη γλώσσα των δρακοντοβρυχηθμών τους μεταφράζαν και απ' ότι ακούγονταν, φαίνεται ότι έβριζε ακατονόμαστα και άχνιζε από το κακό του.

 
Αλεξάκη- Χρονάκη Κική(Βασιλική)
Σε λιγότερο από 20 μερούλες , πρόβαλε στο άνοιγμα της σπηλιάς ένας ταλαιπωρημένος δράκος, δρακούλης καλύτερα, με τα μπογαλάκια του ανά χείρας και με έντονες τάσεις φυγής, που βρήκαν διέξοδο στο ελικόπτερο που στέκονταν παρκαρισμένο, για κάθε ενδεχόμενο, στο πάνω μέρος της σπηλιάς.

 Εννοείται οι κάτοικοι του μαγικού δάσους του Σεϊχ Σου, εκείνο το βράδυ που τους άφησε ο δρακούλης, το γλέντησαν μέχρι πρωϊας, με μουσικές, χορούς, πυροτεχνήματα, όπως ταίριαζε σε μια νικηφόρα έκβαση αγώνων του λαού. Κι ο Βατραχίδης μας; Χόρευε σάμπα,συρτάκι, σιγανό και τσάμικο και καλαματιανό, με το δικό του τρόπο τον χοροπηδηχτό!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου