Η περίπτωση Μπογδάνου, δεν είναι ένα αυτοτελές περιστατικό από εκείνα που ανακύπτουν περιστασιακά κατά την τρέχουσα πολιτική διεργασία. Και φυσικά η «διαγραφή» του από την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως μια πολιτική πράξη, με την οποία συντηρητική παράταξη σπεύδει με συνέπεια να τακτοποιήσει «τα του οίκου της», διαχειριζόμενη επιθετικά και με αποφασιστικότητα τις όποιες περίεργες και ανεπιθύμητες κακοφωνίες…
Η περίπτωση Μπογδάνου, είναι μέρος μιας αλυσίδας γεγονότων που προηγήθηκαν και άλλων που πρόκειται να ακολουθήσουν και τα οποία σχετίζονται με τις ευρύτερες προσαρμογές που αφορούν στην «δεξιά πολυκατοικία» στο σύνολό της. Έχουν να κάνουν με την συνολικότερη και διαρκή προσπάθειά της να επαναπροσδιορίσει τα ταυτοτικά της χαρακτηριστικά και κυρίως να τα προσαρμόσει – αντιστοιχίσει με τις προκλήσεις της εποχής και με τις γενικότερες πολιτικές ανακατατάξεις που βρίσκονται σε εξέλιξη σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Κ. Μπογδάνος επιδιώκει να εμφανίζεται ως ένα εξευγενισμένο αλλά σε κάθε περίπτωση ακροδεξιό απολειφάδι, από εκείνα που επιχειρούν επικοινωνιακά να στρογγυλέψουν τις πιο απεχθείς γωνίες της ακροδεξιάς ρητορικής και να τις περιβάλουν με τον μανδύα μιας ιδιότυπης σοφιστικέ πολιτικής ψευδοκουλτούρας, στο πλαίσιο της αναγκαίας συστημικής αναμόρφωσης και προσαρμογής που έχει ανάγκη ο χώρος του.
Δεν πρόκειται για μια προσωπική επιλογή, αλλά για μια τάση που επιχειρεί να καταστεί κυρίαρχη στον συγκεκριμένο χώρο και εκφράζεται από την νέα γενιά των επίδοξων εκπροσώπων του, οι οποίοι προσπαθούν να τον αποσυνδέσουν από το απεχθές πεζοδρομιακό του παρελθόν και...
να τον εντάξουν στο κλαμπ της σοβαρότητας και της ευθύνης.
Η επιδίωξη όλων αυτών, που έχουν τεχνηέντως αποστασιοποιηθεί - εν μέρει ή ολικά - από την συντηρητική ναυαρχίδα της Νέας Δημοκρατίας λόγω αδόκιμης πολιτικής συμπεριφοράς και εξωσυστημικού πολιτικού λόγου, είναι να δημιουργήσουν ένα όχημα, είτε αυτοτελώς είτε ΚΥΡΙΩΣ με την μέθοδο της διακριτής ιδεολογικοπολιτικής πλατφόρμας, που θα επαναβεβαιώσει τα «συστημικά» τους χαρακτηριστικά και μέσω αυτών θα τους εξασφαλίσει την αναγκαία πολιτική διέξοδο που απαιτείται, ώστε να διευκολυνθεί η επανένταξη των αδέσποτων του Χρυσαυγητισμού στα όρια του «δημοκρατικού τόξου» και η δια της πλαγίας οδού επανανάδειξή τους σε αποδεκτή συστημική παράμετρο, με ρόλο παράπλευρο και πολιτικά συμπληρωματικό, ακόμη και στο επίπεδο της διαχείρισης της εξουσίας.
Το συγκεκριμένο φαινόμενο της ακροδεξιάς περιθωριακής και διχαστικά πατριδοκάπηλης αντίληψης, επί της ουσίας ουδέποτε εξέλειπε αφού παραδοσιακά λειτούργησε ως ενεργή συνιστώσα της συντηρητικής παράταξης σε όλες τις μετεμφυλιακές της εκφάνσεις. Φυσικά δεν είναι της παρούσης η ανάγκη για οποιαδήποτε ιστορική αναδρομή επί του ζητήματος. Είναι όμως απαραίτητο να υπενθυμίσουμε ότι η πολιτική βάση που το γεννά και το αναπαράγει...
- Βρίσκεται στα απόνερα της εμφυλιοπολεμικής ρητορικής που παραμένει σταθερά ενεργή ακόμη και στην πλέον αποκρουστική εκδοχή της και φυσικά στον πολιτικό διχασμό που συντηρείται κακοποιώντας εθνικές αναφορές μέσα στην Ελληνική κοινωνία.
- Ενισχύεται από τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις που έχει προσλάβει το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης και ιδιαίτερα της Ισλαμικής λαθρομετανάστευσης κατά την διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας.
- Και φυσικά ευνοείται από τις εντεινόμενες κοινωνικές ανισότητες οι οποίες σμπαραλιάζουν και αποδομούν τον κοινωνικό ιστό.
Η Νέα Δημοκρατία ως κατ’ εξοχήν μητροπολιτικός χώρος εντός του οποίου συντηρείται και αναπαράγεται η ακροδεξιά ρητορική, κατά βάθος δεν θέλει να αποποιηθεί αυτό το τμήμα της πολιτικής της βάσης. Αυτό που επιδιώκει, είναι να απαξιώσει και να ροκανίσει το κύρος των επίδοξων εκπροσώπων του, έτσι ώστε να απαλλαγεί από την ιστορική ρετσινιά που την ακολουθεί και ταυτόχρονα να ευνουχίσει την πολιτική βαρύτητα της κριτικής που της ασκείται για μια σειρά από κορυφαίες πολιτικές επιλογές της που συνιστούν πράξεις εθνικού συμβιβασμού και οι οποίες ενίοτε αγγίζουν ακόμη και τα όρια της μειοδοσίας.
Την ίδια στιγμή, η κοινωνική βάση αυτών που ερωτοτροπούν με την ακραία πατριδοκαπηλία και την ακροδεξιά ρητορική, πιέζει σε μια προσπάθεια να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα δώσουν και κυρίως θα επιβάλουν συντεταγμένη πολιτική διέξοδο στις πολιτικές τους φιλοδοξίες. Τα πρόσφατα περιστατικά στην Σταυρούπολη και αλλού, όπως και εκείνα που απέδειξαν την ευκολία με την οποία αξιοποιούνται ακόμη και παρακμιακά – περιθωριακά ψευτοκινήματα, όπως αυτό των «αρνητών», ως περιβάλλοντα που ευνοούν την επανεμφάνιση συγκροτημένων ακροδεξιών ομάδων, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι υπάρχει από τα κάτω η διαρκής πίεση των ορφανών του Χρυσαυγητισμού που αναζητούν εναγωνίως συστημική πολιτική διέξοδο για τον νοσηρό πολιτικό τους λόγο.
Από την άλλη… Οι δυνάμεις της Αριστεράς αυτοπαγιδεύονται εξ αιτίας των ιδεοληψιών αλλά και της πολιτικής τους ατολμίας, σε έναν φαύλο κύκλο ανούσιων ανταγωνισμών στο περιβάλλον των οποίων συντηρείται αυτό το νοσηρό φαινόμενο και η δυνατότητά του να παγιδεύει πολιτικά καθυστερημένα τμήματα του λαού και κυρίως της νεολαίας.
Είναι προφανές ότι αυτή η ιδιότυπη μάχη των χαρακωμάτων που εξαντλείται σε αφορισμούς και σε αναθέματα για τους Μπογδάνους, χωρίς να καταπιάνεται (ενώ θα έπρεπε) με την ουσία όλων αυτών που ρίχνουν νερό στον μύλο της ακροδεξιάς αντίληψης και ρητορικής, ΔΕΝ είναι λύση και φυσικά ΔΕΝ αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Ο περαιτέρω «συστημισμός» των συντηρητικών κομμάτων και η διαρκής προσπάθεια προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της «πολιτικής ορθότητας» θα επιτείνει τις συγκρούσεις και θα τροφοδοτεί με πρωτογενές υλικό την προνομιακή ακροδεξιά ατζέντα. Και ταυτόχρονα, η διαδικασία περαιτέρω «στρογγυλέματος» της ακροδεξιάς ρητορικής που γνωρίσαμε κατά την διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, θα συνεχίζεται (βλέπε Λεπέν, Σαλβίνι κλπ) και μαζί της θα συνεχίσουν να αλώνονται τόσο οι θεσμοί όσο και οι ψυχές των ανθρώπων και φυσικά η μια μετά την άλλη θα αλώνονται και οι Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (Βλέπε Ρώμη όπου πρώτη στις προτιμήσεις των Ιταλών αναδείχτηκε η εγγονή του Μουσολίνι).
Το πολύ δυσάρεστο συμπέρασμα, είναι ότι η ακροδεξιά ρητορική εμφανίζει μια αξιοπρόσεκτη προσαρμοστικότητα χωρίς να κλυδωνίζεται σοβαρά η πολιτική της δυναμική και εάν οι πολιτικές δυνάμεις που αντιτίθενται σε αυτόν τον επικίνδυνο ρεβανσισμό, δεν επιστρατεύσουν την πολιτική τους εμπειρία για να διαχειριστούν αποτελεσματικά αυτή την πρόκληση, τότε είναι βέβαιο πως η ημέρα που η Ευρώπη θα βρεθεί και πάλι αντιμέτωπη με τον Εφιάλτη, δεν είναι και τόσο μακριά όσο θέλουμε να πιστεύουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου